Άρθρο του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη στα ΝΕΑ του Σαββατοκύριακου 1/10/2022

Προϊόντος του χρόνου, διαρκώς περισσότερα συναισθήματα φρίκης και ντροπής προκαλούν τα περιστατικά βίας κατά των γυναικών, που συστηματικά καταλήγουν σε θανάτους ή σε σωματικές βλάβες. Στην πραγματικότητα, δεν είναι μόνο αυτά τα οποία καταγγέλλονται, αλλά και πολλά άλλα που τα σκεπάζει η σιωπή για πάντα.

Ερευνώντας το θέμα τα τελευταία χρόνια, διαπίστωσα ότι πολλά θύματα γυναίκες και ανήλικα παιδιά προστρέχουν στις κοινωνικές υπηρεσίες Δήμων της περιοχής τους προκειμένου να βρουν στήριξη και περίθαλψη. Ένα παλιό, αλλά ζωντανό πρόβλημα, βυθισμένο στο σκοτάδι, έρχεται στην επιφάνεια. Είναι καθήκον της πολιτικής να εμπλακεί, να το αναδείξει, να ενθαρρύνει τα θύματα να καταγγέλλουν. Ακόμα πιο βάρβαρο είναι το έγκλημα και είναι μεγαλύτερη η ντροπή, όταν πολλά από τα αδικήματα σωρεύονται εκεί όπου υπάρχει φτώχεια. Η κοινωνικοοικονομική αδικία πολλαπλασιάζει τη βία.

Ο αγώνας κατά της βίας των γυναικών και η καταπολέμησή της μέσα στον θύλακα της οικογένειας οφείλει να γίνει μια δημοκρατική κραυγή με καθολικό χαρακτήρα. Ένα κύμα επαγρύπνησης για το γκρέμισμα στερεοτύπων με αποτύπωση καθημερινή στη δημόσια και στην ιδιωτική σφαίρα. Πρόκειται για βαθιά ριζωμένες, πρωτόγονες νοοτροπίες που κανονικοποιούναξιόποινες, καταστροφικές πράξεις όπως η ενδοοικογενειακή βία. Η ντροπή που υφίστανται οι γυναίκες, μια παράλογη ντροπή επειδή είναι θύματα, πρέπει να γίνει ντροπή των δραστών της βίας, ντροπή αστική, ποινική και τελικά κοινωνική.

Η συντεταγμένη δημοκρατία με τα θεσμικά της όπλα, την εκπαίδευση, τον πολιτισμό, τις δικαιϊκέςρυθμίσεις, την κοινωνική προστασία, τα ίσα δικαιώματα, μπορεί να διαμορφώσει μια νέα θεσμική και αξιακή πραγματικότητα που οδηγεί στην μείωση, σταδιακά στην εξάλειψη του φαινομένου και τελικά στην αξιοπρέπεια, στη δικαιοσύνη, στο σεβασμό. Στο πλαίσιο αυτής της γενικής διακήρυξης οφείλουμε καταρχάς και καταρχήν να καθιερώσουμε τον όρο γυναικοκτονία.

Η γυναικοκτονία είναι έγκλημα μίσους. Η καθιέρωση του όρου είναι μια κορυφαία ένδειξη παραδοχής της ανισότητας μεταξύ των φύλων. Ορίζεται ως η δολοφονία μιας γυναίκας επειδή είναι γυναίκα. Είναι χρήσιμο και σκόπιμο να αποδεχθούμε τον όρο που, ήδη από το 2016, υιοθέτησε ο ΟΗΕ στη Βιέννη: «Η γυναικοκτονία αναγνωρίζεται διεθνώς ως μια από τις σοβαρότερες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η πιο σοβαρή μορφή έμφυλης βίας».

Έτσι λοιπόν έχουμε μια σύγκλιση γύρω από τον όρο γυναικοκτονία και μια προσπάθεια να υπάρξει συμφωνία για το νοητικό περιεχόμενό του με όρους κοινά αποδεκτούς σε παγκόσμιο επίπεδο. Η αναγνώριση και υιοθέτηση του όρου διεθνώς, είναι πλέον μονόδρομος. Θα επιτρέψει την εναρμόνιση νομικών και κοινωνικών προσεγγίσεων, θα διευκολύνει την επιστημονική κοινότητα να μελετήσει και να αναλύσει το έγκλημα και να ωθήσει την πολιτική προκειμένου να δημιουργήσει κοινές πρακτικές για την αντιμετώπισή του.

Η παρούσα κυβέρνηση μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα έλαβε μέτρα και εφάρμοσε πολιτικές για την αντιμετώπιση του φαινομένου, όπως είναι η υλοποίηση προεδρικού διατάγματος της προηγούμενης κυβέρνησης για τη λειτουργία τμήματος αντιμετώπισης ενδοοικογενειακής βίας στο Αρχηγείο της ΕΛΑΣ, η λειτουργία 72 περιφερειακών γραφείων, τα πιλοτικά επιχειρησιακά γραφεία αντιμετώπισης της ενδοοικογενειακής βίας - 6 συνολικά και άλλα 12 που ανακοινώθηκαν πρόσφατα - η καθιέρωση ενιαίου πρωτοκόλλου διαχείρισης περιστατικών, η εκπαίδευση του προσωπικού, οι δράσεις της γενικής γραμματείας ισότητας για την προστασία των θυμάτων, οι αλλαγές στη νομοθεσία για την προστασία των ανηλίκων θυμάτων.

Στο επίκεντρο της πολιτικής της κυβέρνησης ήταν η ενθάρρυνση και η υποστήριξη των γυναικών να καταγγέλλουν τη βία. Το Υπουργείο Εργασίας και η Γενική Γραμματεία Ισότητας ενίσχυσαν το πλέγμα προστασίας των γυναικών-θυμάτων. Δόθηκε έμφαση στην πρόληψη για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης με την πρωτοβουλία για το MeToo και πραγματοποιήθηκαν αλλαγές για την προστασία της γενετήσιας ελευθερίας στον εργασιακό χώρο.

Ωστόσο το φαινόμενο είναι πολύ σύνθετο όπως προκύπτει από τις μελέτες διεθνώς, γι’ αυτό χρειάζεται διαρκή και συστηματική παρακολούθηση που συνδυάζει την επιστημονική έρευνα με τη δράση της συντεταγμένης πολιτείας. Ενδεικτικά αναφέρω, ότι στις σκανδιναβικές χώρες όπου από καιρό υπάρχουν εγκατεστημένες πολιτικές ισότητας των φύλων και παράδοση ισχυρού κράτους πρόνοιας, ο αριθμός των γυναικοκτονιών δυστυχώς δεν έχει μειωθεί. Ενώ οσυνολικός αριθμός ανθρωποκτονιών μειώνεται, ο αριθμός γυναικοκτονιών μπορεί και να αυξάνεται. Γι’ αυτό είναι αναγκαία η ίδρυση ενός Εθνικού Παρατηρητηρίου με δημόσιο χαρακτήρα και συμμετοχή της επιστημονικής κοινότητας, για τη συστηματική καταγραφή, μελέτη και ανάλυση του φαινομένου.

Στην καθημερινή αντιμετώπιση του προβλήματος, αυτό που προέχει είναι η άρτια λειτουργία των υπηρεσιών που υποδέχονται περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Τα περιστατικά συνήθως δίνουν προειδοποιήσεις και σημάδια. Είναι δηλαδή σε πολλές περιπτώσεις επαναλαμβανόμενα από τα ίδια άτομα. Είναι κρίσιμο λοιπόν το στοιχείο της διαρκούςεπαγρύπνησης του προσωπικού των υπηρεσιών υποδοχής των περιστατικών. Και αναφέρομαι στο προσωπικό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων που υποδέχονται περιστατικά με σωματικές βλάβες, των Δήμων, των αστυνομικών τμημάτων πουσυνήθως λαμβάνουν το πρώτο μήνυμα, καθώς και το προσωπικό των διαφόρων κοινωνικών δομών προστασίας και φιλοξενίας.

Δύο πράγματα είναι αναγκαία να συμβαίνουν εδώ ταυτόχρονα: η διαρκής κατάρτιση και εκπαίδευση του προσωπικού και η επικοινωνία μεταξύ των υπηρεσιών για την εξέλιξη των περιστατικών, έτσι ώστε να λειτουργεί αποτελεσματικά η πρόληψη.​Να ξεκινήσουμε λοιπόν μια πραγματική μάχηενάντια στην ενδοοικογενειακή βία. Να είμαστε τολμηροί στη δημόσια σφαίρα όχι μόνο όταν καταδικάζουμε τα εγκλήματα, αλλά και στην παραδοχή ότι υπάρχουν ανισότητες. Κυρίως όμως να αφοσιωθούμε στην εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων πρόληψής και αντιμετώπισης του φαινομένου.