Στον «πάγο» βάζει τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς για νέες φορολογικές ελαφρύνσεις και τη χορήγηση «αναπτυξιακού μερίσματος» το κύμα

ανατιμήσεων με άγνωστη μέχρι στιγμής διάρκεια και ένταση.

Οι εξελίξεις στο μέτωπο των τιμών θέτουν στην κορυφή της ατζέντας τα αντίμετρα στην «πληθωριστική φωτιά» και την αναζήτηση ελεύθερου δημοσιονομικού χώρου για τη χρηματοδότηση «πυροσβεστικών» παρεμβάσεων για την αναπλήρωση των απωλειών στα εισοδήματα των νοικοκυριών.

Πριν καλά καλά «στεγνώσει το μελάνι» για το «αμορτισέρ» των 500 εκ. ευρώ για τις αυξήσεις τιμών στο ηλεκτρικό ρεύμα, το φυσικό αέριο, το πετρέλαιο θέρμανσης και σε ευρύ φάσμα αγαθών και υπηρεσιών μεταξύ των οποίων και τα τρόφιμα, στο οικονομικό επιτελείο επεξεργάζονται σενάρια για επέκταση του πακέτου στήριξης.  

Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταικούρας δηλώνει ότι η κυβέρνηση είναι έτοιμη αν χρειαστεί να λάβει νέα μέτρα για να περιορίσει τις συνέπειες της ενεργειακής κρίσης» επισημαίνοντας ότι το φαινόμενο θα είναι οξύτερο από τις αρχικές εκτιμήσεις και θα διαρκέσει μέχρι το δεύτερο τρίμηνο του 2022. Δίνοντας μάλιστα το στίγμα των αλλαγών στο μίγμα της οικονομικής πολιτικής επισημαίνει με νόημα ότι «όσο αναγκαζόμαστε να βοηθάμε νοικοκυριά και επιχειρήσεις τόσο περιορίζεται ο χώρος για άλλες παρεμβάσεις».

Ποια σχέδια μπαίνουν σε αναστολή

Στο πλαίσιο αυτό μπαίνουν σε αναστολή μέχρι νεωτέρας τα σχέδια για ακύρωση το 2022 της εισφοράς αλληλεγγύης και στους εργαζόμενους στο δημόσιο και τους συνταξιούχους, για περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, για μεσοσταθμικό κατά 8% «κούρεμα» του ΕΝΦΙΑ και σταδιακή κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος. Στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών έλεγε χαρακτηριστικά ότι το μείζον και καυτό θέμα σε αυτή τη συγκυρία είναι η απόσβεση των ζημιών στα νοικοκυριά, πράγμα που καθιστά αναγκαία τη δημιουργία «έκτακτου αποθεματικού» καθώς σύμφωνα με τις εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών και αναλυτών δεν διαφαίνεται στον κοντινό ορίζοντα αποκλιμάκωση της κρίσης.

Το ρευστό και με πολλαπλές εστίες κινδύνου σκηνικό για την παγκόσμια οικονομία καταγράφει και το ΔΝΤ προβλέποντας ότι η πληθωριστική έξαρση θα κορυφωθεί πριν το τέλος του 2021 αλλά από τα μέσα του 2022 αναμένεται να ατονήσει και οι τιμές να επιστρέψουν στα προ της πανδημίας επίπεδα. Ωστόσο το Ταμείο  προειδοποιεί ότι οι προβλέψεις αυτές μπορεί να μην επιβεβαιωθούν και ο πληθωρισμός να παραμείνει υψηλός για μεγαλύτερη περίοδο, καθώς η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας μετά την πανδημία έχει πολλές ιδιαιτερότητες και αποτελεί αχαρτογράφητη περιοχή.

Προβληματισμός για ενδεχόμενο νέων αντισταθμιστικών

Έντονος είναι ο προβληματισμός στο οικονομικό επιτελείο σε περίπτωση που απαιτηθούν νέα αντισταθμιστικά μέτρα καθώς τα δημοσιονομικά περιθώρια έχουν σχεδόν εξαντληθεί μετά τα πακέτα για τις αποζημιώσεις στους πυρόπληκτους και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της ακρίβειας που κοστίζουν στα κρατικά ταμεία 1 δις. ευρώ.

Το πρόβλημα δεν είναι ταμειακό αλλά δημοσιονομικό δηλώνει ο υπουργός Οικονομικών. Με άλλα λόγια «λεφτά υπάρχουν» δεδομένου ότι τα ταμειακά διαθέσιμα φθάνουν τα 40 δις. ευρώ αλλά το υπουργείο Οικονομικών δεν θέλει να δώσει μήνυμα στις αγορές ότι «βάζει χέρι» στο «μαξιλάρι» που λειτουργεί ως «ασφάλιστρο κινδύνου» για τους επενδυτές στα ελληνικά ομόλογα και συμβάλλει στο χαμηλό κόστος δανεισμού του δημοσίου. Το ζητούμενο είναι τα κονδύλια να μην επηρεάσουν το έλλειμμα του προϋπολογισμού και να μην οδηγήσουν σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό.

Με ανοιχτό το ενδεχόμενο να χρειασθούν και άλλα «κύματα μέτρων» για την αναχαίτιση των ανατιμήσεων, ο δημοσιονομικός χώρος μπαίνει στο τραπέζι των συζητήσεων με τους θεσμούς για την 12η αξιολόγηση που βρίσκεται σε εξέλιξη με στόχο μία κατ’ αρχήν συμφωνία για το είδος, το ύψος και τις πηγές χρηματοδότησης.

Αρμόδιοι παράγοντες εκτιμούν ότι αν τελικά απαιτηθούν πρόσθετες παρεμβάσεις δεν θα υπάρξει πρόβλημα με τους δανειστές αφού θα είναι προσωρινές και θα στοχεύουν στην αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων στην οικονομία.   

Την ίδια ώρα η κυβέρνηση προβλέπει σε ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για το άνοιγμα της στρόφιγγας των ενισχύσεων δεδομένο ότι όλες οι οικονομίες της ΕΕ στροβιλίζονται στη δίνη της ενεργειακής κρίσης. Αν και το τοπίο παραμένει ομιχλώδες ευρωπαϊκές πηγές θεωρούν βέβαιο ότι η Κομισιόν θα αναλάβει δράση ενεργοποιώντας μια ισχυρή και πλούσια «εργαλειοθήκη» για την προστασία των νοικοκυριών και την επούλωση των πληγών στην πραγματική οικονομία.