Ανατράπηκαν πολλά πράγματα και δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε το άρρωστο από το φυσιολογικό. Τι είναι κανονικό και τι όχι. Τι μπορεί να θεωρείται δουλειά και τι έγκλημα.
Επί δεκαετίες ξέραμε ότι στην κατοχή, υπήρξαν κάποιοι «Έλληνες» που πλούτισαν με τη δυστυχία του κόσμου. Λεηλάτησαν τις περιουσίες και τις ψυχές των Ελλήνων εκείνων, που στάθηκαν με το κεφάλι ψηλά και δεν έγιναν δωσίλογοι για μια κονσέρβα κι ένα κομμάτι ψωμί κι ας κινδύνευαν να πεθάνουν αυτοί και τα παιδιά τους από την πείνα. Αυτοί οι ήρωες, ήρθαν αντιμέτωποι με τους ανθέλληνες μαυραγορίτες, που άρπαζαν τα σπίτια τους για ένα ντενεκέ λάδι.
Στις μέρες μας ξαναζήσαμε τέτοιες στιγμές. Επιτήδειοι τύπου παλαιών μαυραγοριτών, άνοιξαν τα περίφημα ιδιωτικά καταστήματα αγοράς χρυσού και ενεχυροδανειστήρια, όπως ο Ριχάρδος και άλλοι γνωστοί και μη εξαιρετέοι σαν τον κ. Τάσο Μητρόπουλο το γνωστό ποδοσφαιριστή, που είδε σαν επικερδές επάγγελμα αυτή την ενασχόληση.
Βλέπετε δεν ήξερε να κάνει τίποτα άλλο από το να κλωτσάει ένα τόπι. Δεν βγήκε φυσικά να εκτεθεί σαν το Ριχάρδο. Το έκανε πιο διακριτικά. Γι’ αυτό και δεν ακούστηκαν και πολλά σχόλια όταν του ανατίναξαν άγνωστοι, ένα από τα μαγαζιά αυτού του είδους που είχε στην Καλαμάτα, πριν μερικά χρόνια.
Η άλλη δουλειά που σκέφτηκαν να κάνουν για να πλουτίσουν άλλοι αετονύχιδες, ήταν να στήσουν εισπρακτικές εταιρείες. Την ώρα που κατέρρεαν οι συμπολίτες μας, αυτοί αναλάμβαναν τη βρώμικη δουλειά του εκβιασμού και της άσκησης ψυχολογικής βίας. Καλοστημένα δικηγορικά γραφεία, με καλοντυμένους και ευυπόληπτους νομικούς, αναλάμβαναν για λογαριασμό των τραπεζών, οι οποίες σημειωτέων έχουν περάσει σε ξένα χέρια, να πιέσουν τους οφειλέτες να συνθηκολογήσουν με τις τράπεζες και να υπογράψουν την οριστική καταδίκη τους, προκειμένου να αποπληρώσουν μέχρι τελευταίας ρανίδας του αίματός τους, τις οφειλές τους προς τους τραπεζίτες για να μην τους κατασχέσουν την κατοικία, το οικόπεδο, το αυτοκίνητο, το μισθό ή την πενιχρή σύνταξη.
Αυτή την άσκηση βίας, κάποιοι την ονόμασαν δουλειά. Φυσικά την κάνουν έναντι αδρής αμοιβής. Γύρω από αυτή τη δραστηριότητα απασχολούνται δικηγόροι, δικαστικοί επιμελητές, και δυστυχώς πολλοί γνωστοί μου πρώην άνεργοι, οι οποίοι με ντροπή μου εκμυστηρεύτηκαν τη δουλειά που κάνουν. Τηλεφωνούν και απειλούν τον κόσμο. Εκφοβίζουν ανυποψίαστες ηλικιωμένες γυναίκες, μέχρις ότου ενδώσουν και υπογράψουν την καταδίκη τους. Γιατί αν είχαν θα πλήρωναν. Για να ικανοποιηθούν οι τράπεζες πρέπει να καταβάλουν τα μέγιστα και με ό,τι απομείνει να ζήσουν για το υπόλοιπο της ζωής τους, όσο τους μέλει να ζήσουν και μάλιστα σε συνθήκες απόλυτης μιζέριας και εξαθλίωσης. Πώς γίναμε έτσι! Αναρωτιέμαι, τι είναι αυτό που μας έκανε να σκληρύνουμε τόσο πολλοί σαν άνθρωποι και να μεταμορφωθούμε σε θηρία.
Πώς οδηγούνται τα νέα παιδιά να δουν αυτή την ανθρωποφαγία σαν ευκαιρία για καριέρα σε μια τέτοια επιχείρηση.
Οι κυβερνήσεις, αριστερές και δεξιές, ενθαρρύνουν όλους αυτούς τους σύγχρονους μαυραγορίτες, να προχωρήσουν στις κατασχέσεις, στις αρπαγές των πολύτιμων μετάλλων και αντικειμένων, μα πάνω απ’ όλα στη λεηλάτηση της ανθρώπινης ψυχής και της περηφάνειας ανθρώπων βιοπαλαιστών.
Όλα αυτά τα γράφω με αφορμή αυτό τον απίθανο τύπο το Ριχάρδο, που μας παρουσιάζονταν καθημερινά ως πετυχημένος επιχειρηματίας, παράδειγμα προς μίμηση και ευεργέτης.
Τουλάχιστον οι άλλοι με τις εισπρακτικές, γνωστοί και μη εξαιρετέοι τύποι, κρύφτηκαν πίσω από μια ξενόγλωσση ταμπέλα της εταιρείας τους, για να αποφύγουν τη χλεύη του κόσμου.
Όλοι αυτοί οι δικηγόροι που παριστάνουν τις τηλεφωνήτριες του ΟΤΕ και εκβιάζουν τον κόσμο, δεν πρέπει να είναι και πολύ περήφανοι γι' αυτό που κάνουν, αλλά φαίνεται πως είδαν σαν ευκαιρία ζωής αυτή την απάνθρωπη δουλειά, για να διατείνονται στους οικείους τους ότι εργάζονται ως δικηγόροι σε νομικό γραφείο.
Τι κατάντια κι αυτή. Που να τολμήσουν να πουν ότι είναι υπάλληλοι σε εισπρακτική εταιρεία και εκφοβίζουν τον κόσμο.
Πώς καταντήσαμε έτσι, να κάνουμε σήμερα επάγγελμα, όλα αυτά που έκαναν οι δωσίλογοι στην κατοχή.